Γιῶργος Βαλσάμης, Ποιά εἶναι ἡ σημασία τῆς γιορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν;

Σημείωση: οἱ ἀπόψεις ποὺ διατυπώνονται στὰ κείμενα τῶν καθηγητῶν ἐκφράζουν τοὺς συγγραφεῖς, δὲν ἐκπροσωποῦν ἀπαραιτήτως τὴν σχολικὴ μονάδα συνολικά.

Ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὑποστήριξαν τοὺς φτωχοὺς καὶ ἔφτιαξαν νοσοκομεῖα, ὅμως δὲν εἶναι οἱ μόνοι ἱεράρχες μὲ σπουδαῖο κοινωνικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο. Συνέβαλαν καθοριστικὰ στὴν ἐπίλυση θεολογικῶν προβλημάτων, καὶ αὐτὸ ὅμως τὸ ἔκαναν ἐπίσης ἄλλοι. Γιὰ νὰ καταλάβουμε ποιά εἶναι ἡ ἰδιαίτερη προσφορά τους, γιὰ τὴν ὁποία κυρίως τιμῶνται στὶς 30 Ἰανουαρίου, σὲ μιὰ γιορτὴ ποὺ ἔχει συνδεθεῖ ἐδῶ καὶ δεκαετίες μὲ τὴν ἐκπαίδευση ὅλων τῶν βαθμίδων, χρειάζεται νὰ θυμηθοῦμε κάτι ποὺ ἴσως δὲν ἔχει προσεχθεῖ ἀρκετά.

Τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπάρχει σήμερα ὁ χριστιανισμός — σὲ ὁποιαδήποτε μορφή, ὀρθόδοξη, καθολική, προτεσταντική, κ.λπ., — ἀπ’ ὅπου προέρχεται ὁλόκληρος ὁ λεγόμενος ‘δυτικὸς’ πολιτισμός, ὁ πολιτισμὸς τῆς Εὐρώπης, τῆς Ἀμερικῆς, τῆς Ρωσίας, τῆς Αὐστραλίας, τοῦ Καναδᾶ…, ἐμπνέοντας ἐδῶ καὶ χιλιετίες παραδόσεις μεγάλης δύναμης καὶ δημιουργικότητας, ἐπηρεάζοντας τώρα καὶ ‘ἀνταγωνιστικοὺς’ πολιτισμούς, ὅπως εἶναι ὁ κινεζικός, ὁ ἰαπωνικὸς καὶ ὁ ἰνδικός, τὸ ὀφείλουμε ἀποκλειστικὰ στοὺς ἀρχαίους Ἔλληνες.

Μετὰ τὴν ἀπόρριψη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἰσραήλ, ὁ χριστιανισμὸς θὰ εἶχε ἐξαφανιστεῖ προτοῦ κἂν ὑπάρξει, ἂν δὲν βαπτίζονταν οἱ Ἕλληνες. Στὴν ἴδια τὴν πρωτεύουσα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, τὴν χριστιανικὴ Ἐκκλησία ἱδρύει ἡ ἑλληνικὴ κοινότητα. Οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ τῆς Ρώμης ἦταν Ἕλληνες γιὰ πολλὲς γενιές. Οἱ 12 ἀπὸ τοὺς 15 πρώτους πάπες ἔχουν ἑλληνικὰ ὀνόματα. Ἑλληνόφωνες εἶναι ὅλες οἱ ἀρχαῖες χριστιανικὲς κοινότητες σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, ὅπως δείχνει καὶ ἡ ἴδια ἡ γλῶσσα τῆς Καινῆς Διαθήκης, καὶ οἱ παραλῆπτες τῶν Ἐπιστολῶν τοῦ Παύλου. Χρειάζεται νὰ γίνει ἀντιληπτὸ ὅσο γίνεται πιὸ καθαρά: χωρὶς τὴν βάπτιση τοῦ Ἑλληνισμοῦ δὲν θὰ ὑπῆρχε σήμερα οὔτε ἕνας χριστιανός.

Θαυμάζουμε τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες γιὰ τὴν φιλοσοφία, τὴν ἐπιστήμη, τὴν ποίηση, τὴν πολιτικὴ θεωρία, τὴν δημοκρατία, τὴν τέχνη, τὴν μυθολογία τους, ποὺ καθρεφτίζει συμβολικὰ τόσες πλευρὲς τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ὅμως καμμιὰ φορὰ παραβλέπουμε ὅτι στοὺς ἴδιους ὀφείλουμε ἀκόμα καὶ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ὁ χριστιανισμὸς εἶναι μιὰ ἀπόφαση τοῦ ἀρχαίου ἑλληνισμοῦ, χάρη στὴν ὁποία τόσοι λαοὶ εἶχαν εὐκαιρία νὰ τὸν γνωρίσουν καὶ νὰ γίνει δική τους ἀπόφαση ἐπίσης.

Ἀπὸ περιφρόνηση γιὰ τὸν πολυθεϊσμό, τὸν ὁποῖο ἀπέρριπτε ἡ φιλοσοφία ἤδη πρὶν ἀπὸ τὸν Σωκράτη, ἀκόμη καὶ ἀπὸ φόβο μήπως ἀλλοιωθεῖ ἡ χριστιανικὴ ταυτότητα, οἱ Ἐκκλησίες, ποὺ μόλις εἶχαν ἐξέλθει ἀπὸ αἱματηροὺς διωγμοὺς καὶ προσπαθοῦσαν νὰ διαμορφώσουν τὶς θεωρητικὲς ἀρχές τους καὶ νὰ κανονίσουν τὴν πορεία τους, δίσταζαν νὰ ἀποδεχθοῦν ἐπίσημα τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, ἂν καὶ τὴν θαύμαζαν, τὴν σπούδαζαν καὶ τὴν χρησιμοποιοῦσαν, ἀπὸ τὴν ὁποία ἄλλωστε προέρχονταν. Ὁ Βασίλειος, ὁ Χρυσόστομος, καὶ ἰδίως ὁ Γρηγόριος, μὲ τὸ οἰκουμενικὸ κῦρος ποὺ ἀπολάμβαναν γιὰ τὸ θεολογικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο τους, εἰσηγήθηκαν στὶς Ἐκκλησίες πὼς ὄχι μόνο δὲν χρειάζεται νὰ φοβοῦνται τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ παιδεία ἀλλὰ καὶ ἔχουν καθῆκον νὰ ἀφοσιωθοῦν στὴν σπουδή της μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις τους γιὰ τὴν μεγάλη ἀξία της. Ὁ Γρηγόριος τοποθετοῦσε τὰ ἀρχαῖα γράμματα ἀκριβῶς στὸ ἴδιο ἐπίπεδο μὲ τὰ χριστιανικά:

«Νομίζω πὼς ὅλοι ὅσοι ἔχουν μυαλὸ στὸ κεφάλι τους θὰ συμφωνοῦσαν ὅτι ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τῶν χριστιανῶν τὸ πρῶτο εἶναι ἡ παιδεία. Ὄχι μόνο αὐτὴ ἐδῶ ἡ εὐγενέστερη καὶ δική μας […] ἀλλὰ καὶ ἡ ἔξω, ἐκείνη ποὺ οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ λοιδοροῦν, ὅτι τάχα εἶναι βλαβερὴ καὶ σφαλερὴ καὶ ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ κάνουν λάθος» (Εἰς τὸν Μέγαν Βασίλειον, κεφ. 11, ἑν. 1),

Τιμοῦμε τοὺς τρεῖς αὐτοὺς σοφοὺς τῆς χριστιανοσύνης πάνω ἀπ’ ὅλα ἐπειδὴ ἀναγνωρίζουμε τὴ μεγάλη τους συμβολὴ στὸ κοσμογονικὸ γεγονός, ὅτι ἡ νέα θρησκεία ἑνώθηκε μὲ τὸ ἀρχαῖο πνεῦμα, θεμελιώνοντας τὴν ἑνότητα τῆς ἑλληνικῆς συνείδησης καὶ προικίζοντας τὴ χριστιανοσύνη μὲ δύναμη ἱκανὴ νὰ ἐμπνέει πολλοὺς καὶ διαφορετικοὺς λαούς. Ἡ ἑνότητα αὐτὴ σήμερα μοιάζει αὐτονόητη, ὅμως ἐκείνη τὴν ἐποχὴ βρισκόταν ὑπὸ συζήτηση.

Ἡ συνέχεια εἶναι ἐντυπωσιακή. Ἡ Ἐκκλησία ἀγκαλιάζει συνειδητὰ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία καὶ χρησιμοποιεῖ τὶς ἔννοιες τῆς ἀρχαίας φιλοσοφίας γιὰ νὰ διαμορφώσει τὴ θεολογία της καὶ νὰ συνεννοηθεῖ καὶ συνεργαστεῖ μὲ τὸ μορφωμένο περιβάλλον τῆς ἐποχῆς. Ἡ ἀρχαία γραμματεία ἀρχίζει νὰ ἀντιγράφεται στὰ μοναστήρια, ἀπ’ ὅπου διασώζεται ὣς τὶς ἡμέρες μας. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Γάλλος ἱστορικὸς Π. Λεμέρλ (“Ἡ συνέχεια τῆς εὐρωπαϊκῆς συνείδησης”, Οἱ Εὐρωπαῖοι, σ. 182–3),

“Tὸ Βυζάντιο ἀναζήτησε μὲ πάθος τὰ ἀρχαῖα κείμενα, ὅλα τὰ παλιὰ ἑλληνικὰ χειρόγραφα, τὰ ἀντέγραψε κατὰ χιλιάδες. Αὐτὸ ἀποκατέστησε τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἔργα, τὸ κείμενο ποὺ διαβάζουμε ἐμεῖς. […] Χωρὶς τοὺς Βυζαντινοὺς ἀντιγραφεῖς ποὺ ἡ δραστηριότητά τους μᾶς ξαφνιάζει, σὲ τί θὰ εἶχε περιοριστεῖ ἡ δική μας συλλογὴ ἑλληνικῶν κειμένων ποὺ καλοῦνται κλασικά;”

Τοιχογραφία με αρχαίους Έλληνες φιλοσόφου στην  Ιερά Μονή του Μεγάλου Μετεώρου
Τοιχογραφία μὲ ἀρχαίους Ἕλληνες φιλόσοφους στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Μεγάλου Μετέωρου

Ἂν ἀπέρριπτε τὰ ἀρχαῖα γράμματα, ὁ χριστιανισμὸς θὰ καταντοῦσε μιὰ περιθωριακὴ θρησκευτικὴ αἵρεση, ἀνίκανη νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς ἀνάγκες τῆς ἐποχῆς, καὶ θὰ ἔσβηνε ὅπως οἱ δεκάδες παγανιστικὲς αἱρέσεις ποὺ εἰσάγονταν, φυτοζωοῦσαν καὶ ἐξαφανίζονταν στοὺς ἑλληνιστικοὺς χρόνους. Κι ἄν, ἔστω, ἑδραιωνόταν, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὁδηγήσει στὸν σημερινὸ πολιτισμὸ μιᾶς δημιουργικότητας τόσο ἐντυπωσιακῆς, ὥστε πιὰ ἐπηρεάζονται καὶ οἱ ἄλλες μεγάλες ἀρχαῖες παραδόσεις, τῆς Κίνας καὶ τῆς Ἰνδίας, στὴν λεγόμενη ‘παγκοσμιοποίηση’.

Τιμῶντας τοὺς τρεῖς αὐτοὺς ἱεράρχες, τιμοῦμε τὴν ἀξία ποὺ ἔχει ἡ Παιδεία γιὰ τὸν Ἑλληνισμό, δὲν κάνουμε ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ βεβαιώνουμε τὴν ἀγάπη μας γιὰ τὴν ἀπροκατάληπτη ἔρευνα, τὴν ἀφοσίωσή μας στὴν ἀνεμπόδιστη δημιουργικότητα, τὸν θαυμασμό μας γιὰ τὴν θεία προέλευση, ἀξία καὶ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου, τὸν σεβασμό μας στὴν ἀτομικὴ ἐλευθερία ὡς ἀξία ποὺ ὑπερβαίνει κάθε ἄλλη ἀξία. Μὲ τὶς ἀρχὲς αὐτὲς οἱ Ἕλληνες διαμόρφωσαν τὴ χριστιανικὴ συνείδησή τους, τὴν κράτησαν ὑπομένοντας ἀσύλληπτα μαρτύρια, καὶ ἄμεσα ἢ ἔμμεσα τὴν μετέδοσαν σὲ πολλοὺς λαοὺς ὡς τὸν καλύτερο καὶ ἀνώτερο ἑαυτό τους. Εὔλογα ἀρκετοὶ ἐρευνητὲς δὲν διστάζουν νὰ ἀναφέρονται στὸν ‘δυτικὸ’ πολιτισμὸ συνολικὰ ὅπως σὲ μιὰ παραλλαγὴ ἢ ἑρμηνεία τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ.